1735
Φεύγοντας από αυτό το μέρος επέστρεψα, σύμφωνα με το δρομολόγιό μου, στα προαναφερθέντα ψηλά βουνά, με σκοπό να επισκεφθώ όλα τα μοναστήρια, διότι πολλά μέρη εκεί είναι άξια προσκυνήματος, όπως θα αποδείξω πιο κάτω.
Ταξίδεψα περίπου τρεις ώρες σε χαμηλά και ξηρά βουνά, χωρίς δέντρα, και ήρθα σε μια μικρή μονή αφιερωμένη στον Τίμιο Σταυρό. Είναι αρχαία και κτίστηκε από ευσεβείς χριστιανούς, στην κορυφή χαμηλού λόφου, σε ένα οροπέδιο. Είναι τώρα πολύ μικρή και εγκαταλελειμμένη και τα κτίρια έτοιμα να καταρρεύσουν. Υπάρχουν μόνο ένας ναός, ένα κελλί, ένας ιερομόναχος και ένας λαϊκός αδελφός. Παλαιότερα αυτή ήταν μια άρτια μονή, αλλά εγκαταλείφθηκε λόγω της φτώχειας των χριστιανών και της αμέλειας του επισκόπου. Ο σημερινός επίσκοπος Πάφου σκοπεύει να την ανακαινίσει, αφού βρίσκεται εντός της περιφέρειάς του και κάτω από τη δικαιοδοσία του.
Βρίσκεται μακριά από τον κόσμο, σε ένα ήσυχο μέρος. Δεν έχουν απομείνει ούτε δασικό δέντρο ούτε οπωροφόρο, εκτός από μια κληματαριά και ένα κυπαρίσσι μέσα στη μονή. Δεν υπάρχει πηγάδι ούτε πηγή …
Ο ναός είναι πολύ μικρός και χωρίς διακόσμηση, αλλά ωραίας αρχιτεκτονικής. Έχει τρεις εισόδους και ένα τρούλλο.
Υπάρχει στο εικονοστάσιο ένας μεγάλος και άσχημος σταυρός, άτεχνος, τον οποίο ο γύρω πληθυσμός τιμά πολύ. Αναφέρεται ότι αυτός βρέθηκε, μετά από όραμα, μέσα σε θάμνο με αναμμένο κερί και μεταφέρθηκε στη μονή. Άλλοι λένε ότι η μονή ιδρύθηκε εξαιτίας της ανεύρεσης του σταυρού αυτού.
Μέσα στον ναό υπάρχει, πάνω σε λιθόστρωτο δάπεδο, ένα μεγάλο μαρμάρινο τεμάχιο, με αρχαίες επιγραφές στα Λατινικά και σε κάποια άλλη ασυνήθιστη γλώσσα, την οποία δεν μπόρεσα να αναγνωρίσω, διότι τα γράμματα ήταν κατεστραμμένα σε πολλά σημεία με ποδοπατήματα. Νομίζω ότι αυτός ήταν ο τάφος κάποιου περίφημου άνδρα, ιδρυτή της μονής. Έμαθα από την επιγραφή ότι η μονή αυτή ιδρύθηκε κατά την Ενετοκρατία. Ονομάζεται στα Ελληνικά ο “Σταυρός της Μύτου”, από το όνομα της τοποθεσίας.
«Το μοναστήρι και η εκκλησία που είδε ο Μπάρσκυ κατεδαφίσθηκαν λίγα χρόνια αργότερα και στη θέση τους κτίσθηκε η σημερινή εκκλησία και το μοναστήρι, που υπήρχε μέχρι το 1970, κυρίως μισοερειπωμένο».
Αθ. Παπαγεωργίου, «Μίθθας, μοναστήρι του Τιμίου Σταυρού», Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια, τόμος 10, Λευκωσία 1989, σ. 63.