1734

Πέρασα από το χωριό Λεύκαρα, το οποίο σημαίνει λευκό, από το λευκό έδαφος. Κατοικείται μόνο από χριστιανούς και δεν έχει μουσουλμάνους. Παρέμεινα εκεί ως φιλοξενούμενος ενός χριστιανού, μία ημέρα και μία νύκτα.

Υπάρχουν δύο ωραίοι ναοί με τρούλλους. Ο κύριος, ο μεγαλύτερος και ωραιότερος είναι οικοδομημένος προς τιμήν και ανάμνηση του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού του Κυρίου μας.

Ο σταυρός των Λευκάρων (14ος αιώνας) (© Ιερά Μητρόπολη Τριμυθούντος)

Κατέχει ένα ανεκτίμητο θησαυρό, δηλαδή ένα μεγάλο τεμάχιο του Ζωοποιού Σταυρού, δώρο, όπως αναφέρει η παράδοση, της αγίας Ελένης, όταν επέστρεφε από τα Ιεροσόλυμα, μετά την ανεύρεση του Σταυρού του Κυρίου.

Βεβαιώνεται ότι αυτό είναι μέρος της βάσης πάνω στην οποία καρφώθηκαν τα άγια πόδια του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και αποκόπηκε σαν ένα ωραίο πινακίδιο, διαστάσεων σε μήκος και πλάτος ενός ογδόου χαρτιού «φόλιο».

Έχει δύο μικρές οπές προερχόμενες από το τρύπημα των καρφιών, όταν σταυρώθηκε ο Χριστός. Η σανίδα φαίνεται πολύ παλιά και αρχαία.

Έχει μια ωραία οσμή.

Εγώ ο ανάξιος την προσκύνησα με τα αμαρτωλά μου χείλη.

Από εκεί πήγα στη μονή του Αγίου Μηνά και στην επιστροφή μου πάλι προσκύνησα. Το Τίμιο αυτό Ξύλο είναι στερεωμένο με καρφιά σε ένα μεγάλο ξύλινο σταυρό, καλυμμένο με ασήμι. Μόνο το Τίμιο Ξύλο δεν είναι καλυμμένο, για προσκύνηση.

Αφού περιέγραψα με ακρίβεια και προσοχή τη μονή του Αγίου Μηνά και τον ναό του Τιμίου Σταυρού, πρόσθεσα μια εικόνα στο βιβλίο τούτο, για να τη βλέπουν αυτοί που διαβάζουν και ακούνε.

Ας είναι γνωστό ότι ο Σταυρός είναι πάντοτε όρθιος μέσα στον ναό, αλλά τον σχεδίασα σαν να ήταν εκτός από αυτόν, για να βλέπετε ότι στο κέντρο του σταυρού βρίσκεται το Τίμιο Ξύλο με δύο οπές από τα καρφιά*.

* Δεν διασώζεται το σχέδιο

«“Τώρα ἐτελειῶσαν τὰ ᾿ρώματά μου· ᾿δέτε τὸν σταυρὸν τον κυρίου!” Καὶ βάλλει τὸ χέριν του καὶ πιάννει τὸν ζωοποιὸν σταυρόν. Καὶ παραῦτα πιάννουν τον οἱ ἱερεῖς, καὶ παραῦτα ἐγιάναν ιβ’ ἀστενεῖς ἀπὸ πολλὲς ἀστένειες, ἁποῦ εἶχαν λαμπαχίον, ἄλλοι ὅπου ἐπηγαῖνναν αἷμαν, στραβοί, λωροί, καὶ ἄλλοι. Καὶ ὁ λόγος ἐβγῆκεν εἰς τὰ περίχωρα.

Γροικῶντα το ὁ πίσκοπος των Λευκάρων ἐπῆγεν μὲ τὸ κλῆρος του καὶ λαὸς πολλύς, καὶ ἦλθαν ζητῶν τὸν σταυρόν, λαλῶντα: “Τοῦτος εἶνε ἁποῦ ἐκλέψαν ἀπὸ τὴν Τόγνην.” Καὶ ὁ παιδίος ὁ Γεώργιος δὲν ἐθέλησε νὰ τὸν δώσῃ· ἀμμὲ ὅτοιμα ἐπῆρεν τὸν σταυρόν, καὶ ἦρτεν εἰς τὸν ρήγα καὶ εἶπεν του τὸ πρᾶμαν πῶς ἐτραβενίασεν».

Λεὀντιος Μαχαιράς, Χρονικόν, §§70-71.

  • ΑΘ. ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ - Ο ΣΤΑΥΡΟΣ ΤΩΝ ΛΕΥΚΑΡΩΝ