Σχεδίασμα της Ιεράς Μονής Σταυροβουνίου από τον Βασίλειο Μπάρσκυ

Κεντρικός πυρήνας της έκθεσης είναι οι καταγεγραμμένες, από τον ίδιο, περιηγήσεις του ρώσου ορθόδοξου μοναχού και περιηγητή Βασίλειου Γρηγορόβιτς Μπάρσκυ. Με τη χρήση ενός διαδραστικού χάρτη ο επισκέπτης ακολουθεί την πορεία του Μπάρσκυ σε μονές και ναούς αφιερωμένους στον Τίμιο Σταυρό, και σε χώρους συνδεδεμένους με παραδόσεις για τον Σταυρό, τα οποία επισκέφθηκε κατά τις περιπλανήσεις του στην Κύπρο, κατά τον 18ο αιώνα.

Ο Μπάρσκυ γεννιέται στο Κίεβο το 1701.

Σε ηλικία 15 ετών εγγράφεται στην Ακαδημία του Κιέβου, αλλά λίγο αργότερα εγκαταλείπει τις σπουδές του. Το 1723 εγκαταλείπει το Κίεβο και ξεκινά μια πορεία ταξιδιών. Στη Βενετία, όπου φιλοξενείται στην ελληνική εκκλησία του Αγίου Γεωργίου, αρχίζει να μαθαίνει ελληνικά.

Στόχος του είναι το προσκύνημα στους Αγίους Τόπους. Τελικά, η πορεία του τον φέρνει στην Ελλάδα και στο Άγιο Όρος, όπου θα παραμείνει μέχρι το 1726. Τον ίδιο χρόνο κατορθώνει να φτάσει στα Ιεροσόλυμα.

Τον Σεπτέμβριο του 1726 το καράβι στο οποίο επέβαινε με προορισμό την Παλαιστίνη προσεγγίζει την Κύπρο, για να αποβιβάσει επιβάτες και να πάρει προμήθειες. Ο Μπάρσκυ παραμένει στο νησί «μια ημέρα και μισή», αφήνει μια σύντομη περιγραφή του νησιού και αναχωρεί και πάλι. Πόθος του είναι να φτάσει στο Σινά.

Τον Απρίλιο του 1727 το καράβι που τον μετέφερε από τα Ιεροσόλυμα προς τη Δαμιέτη, παρασύρεται σε θαλασσοταραχή και τον φέρνει στην Κύπρο, στη Λεμεσό.

Ο ίδιος το ερμηνεύει ως θέλημα Θεού: «Βλέποντας ότι ο Θεός με έφερε σε ένα μέρος, όπου δεν σκόπευα να έλθω, συμπέρανα ότι αυτός με ήθελε να προσκυνήσω τους ιερούς τόπους της  Κύπρου». Παραμένει στο νησί μέχρι τον Ιούλιο του 1727 και περιηγείται σε πόλεις και χωριά, ναούς και μονές, τα οποία ιστορεί.

Επισκέπτεται την Κύπρο για τρίτη φορά το 1730, όταν το καράβι στο οποίο επέβαινε ελλιμενίζεται στην Αμμόχωστο και στη συνέχεια προχωρεί στη Λεμεσό, από όπου φεύγει για την Αίγυπτο.

Το 1733, ενώ βρίσκεται στην Αντιόχεια, γνωρίζεται με τον Κύπριο Πατριάρχη Σίλβεστρο, ο οποίος τον χειροτονεί υποδιάκονο. Το 1734 τον έκηρε μοναχό.

Όντας πλέον ο γνωστός ρώσος μοναχός Βασίλειος, που ταξιδεύει με τις ευλογίες του Πατριάρχη Σιλβέστρου, επιστρέφει το 1734 ξανά στην Κύπρο, και πάλι τυχαία, ενώ αναζητούσε πλοίο για να συνεχίσει την πορεία του από την Τρίπολη προς την Πάτμο.

Στην Κύπρο, όπως και αλλού, ο Μπάρσκυ ζει από ελεημοσύνες και βοηθήματα που του παρέχουν κυρίως οι μονές. Κατά το σύντομο διάστημα που διαμένει στη Λευκωσία εργάζεται ως καθηγητής της λατινικής γλώσσας στην Ελληνική Σχολή, την οποία είχε ιδρύσει ο αρχιεπίσκοπος Φιλόθεος (1734-1759).

Παραμένει μέχρι το 1736 και διέρχεται σχεδόν ολόκληρο το νησί, καταγράφοντας λεπτομέρειες για την πορεία του και παραδίδοντας, ανάμεσα σε άλλα, πληροφορίες και ολοσέλιδα σχεδιάσματα για τα ορθόδοξα μοναστήρια και τους διάφορους ναούς που λειτουργούν στο νησί. Η ορθόδοξη προοπτική του και η διεισδυτική του ματιά απέναντι στα προσκυνήματα, τα πρόσωπα και τα κειμήλια, καθιστούν τις μαρτυρίες του εξαιρετικά σημαντικές.

Επισκεπτόμενος τα συνδεδεμένα με τον Τίμιο Σταυρό μέρη, τα προσεγγίζει με τη συνήθη του μεθοδολογία· αναφέρεται στη γεωγραφία και τη θέση τους, περιγράφει αναλυτικά τα κτίσματα, καταγράφει τα σχετικά με την ίδρυση και την ιστορία τους, καθώς και την κατάστασή τους στις μέρες του, επί Τουρκοκρατίας. Ιδιαίτερη αναφορά κάνει στους θησαυρούς τους, στα άγια κειμήλια και σε θαύματά τους, καθώς και στη σύνδεσή τους με την αγία Ελένη και τον Τίμιο Σταυρό.

Ο Μπάρσκυ επιστρέφει, μετά από διάφορες περιπέτειες, στο Κίεβο το 1747, έπειτα από απουσία 24 ετών. Πεθαίνει στις 7 Οκτωβρίου 1747.

Ιδιόχειρο χάραγμα του Μπάρσκυ, ναός Παναγίας Άρακα, Λαγουδερά, 1735

Οι εντυπώσεις από τα ταξίδια και τα σχεδιάσματα του Μπάρσκυ οδήγησαν στη σύνθεση ενός εκτενούς έργου χωρίς τίτλο, γενικότερα γνωστού ως: Τοῦ ἐν Κιέβῳ γεννηθέντος μοναχοῦ Ἀντιοχείας πεζοπόρου Βασιλείου Γρηγόροβιτς Μπάρσκυ – Πλάκα – Ἄλποβ, περιγραφὴ τῶν ταξιδίων του ἀπὸ τοῦ 1723 μέχρι τοῦ 1747 εἰς τοὺς ἁγίους τόπους τῆς Εὐρώπης, τῆς Ἀσίας καὶ τῆς Ἀφρικῆς, ὑπὸ τοῦ ἰδίου γραφεῖσα …

Το έργο εκδόθηκε για πρώτη φορά τo 1778, σε έναν τόμο, στην Αγία Πετρούπολη, και ανατυπώθηκε αρκετές φορές. Βελτιωμένη έκδοση σε τέσσερις τόμους (1885-1887) έγινε από τον Nikolai Barsukov. Στην έκδοση περιλαμβάνονται και σχεδιάσματα. 18 από αυτά απεικονίζουν πόλεις και μονές της Κύπρου.

Τα σχετικά με την Κύπρο αποσπάσματα μεταφράστηκαν στα ελληνικά και εκδόθηκαν με σχόλια από τον Ανδρέα Στυλιανού το 1957 στον ενδέκατο τόμο του περιοδικού Κυπριακαὶ Σπουδαί, με τίτλο «Αἱ περιηγήσεις τοῦ Ρώσσου μοναχοῦ Βασιλείου Γρηγόροβιτς Βάρσκυ ἐν Κύπρῳ». Το 1994 ο Άντρος Παυλίδης εξέδωσε το κείμενο σε νεοελληνική μετάφραση, στον δεύτερο τόμο του έργου του Η Κύπρος ανά τους αιώνες μέσα από τα κείμενα ξένων επισκεπτών της. Το 1996 το κείμενο του Μπάρσκυ εκδόθηκε στην αγγλική, στη βάση του αυτόγραφου χειρογράφου του Μπάρσκυ που βρίσκεται στο Κίεβο, μαζί με σχόλια, από τον Alexander D. Grishin, σε μονογραφία με τίτλο A pilgrim’s account of Cyprus: Bars’kyj’s travels in Cyprus, ως ο τρίτος τόμος της σειράς Sources for the history of Cyprus.

Στα αποσπάσματα που αναπαράγονται στη Σταυρική Πορεία αξιοποιούνται όλες οι προαναφερθείσες εκδόσεις.

7641936_doc1_A5524C50-6EA8-4CDF-94F8-2600D71BF8AF